Greek Meaning of disarticulated
εξαρθρωμένος
Other Greek words related to εξαρθρωμένος
Nearest Words of disarticulated
- disarrays => αποδιοργανώνει
- disarranges => αποδιοργανώνει, αναστατώνει
- disarrangements => διαταραχές
- disapproving (of) => αποδοκιμάζων (για)
- disapproved (of) => αποδοκιμασμένο (από)
- disapprove (of) => αποδοκιμάζει (κάτι)
- disapprovals => αποδοκιμασίες
- disapprobations => αποδοκιμασίες
- disappointments => απογοητεύσεις
- disappears => εξαφανίζεται
Definitions and Meaning of disarticulated in English
disarticulated
to become disjointed, disjoint
FAQs About the word disarticulated
εξαρθρωμένος
to become disjointed, disjoint
αποσπασμένος,Αποσυνάφθηκε,αποσυνδεδεμένο,δυσλειτουργικός,αποσπασματικός,αποκομμένος,Διασπασμένος,διαιρεμένος,διαχωρισμένος,Χώρισαν
συναρμολογημένο,κατασκευασμένο,κατασκευασμένος,συνδυασμένος,ανεγερθεί,ρίφθηκε,ενωμένος
disarrays => αποδιοργανώνει, disarranges => αποδιοργανώνει, αναστατώνει, disarrangements => διαταραχές, disapproving (of) => αποδοκιμάζων (για), disapproved (of) => αποδοκιμασμένο (από),