Greek Meaning of dinned
βούιζε
Other Greek words related to βούιζε
Nearest Words of dinned
Definitions and Meaning of dinned in English
dinned (imp. & p. p.)
of Din
FAQs About the word dinned
βούιζε
of Din
επανέλαβε,Επαναλαμβανόμενος,ήρθε πάλι,χτύπησε,ηχώ,επαναληπτικός,προβλεπόμενος,αφηρημένος,εγκλωβισμένο,προφορικός
No antonyms found.
dinmont => Ντινμόντ, dinky => μικροσκοπικός, dinkey => μικρό, dinka => dinka, dink => Ντανκ,