Greek Meaning of differentiable
Διαφορίσιμος
Other Greek words related to Διαφορίσιμος
- διακρίσιμος
- διάφορα
- παραλλαγή
- ποικίλω
- διάφοροι
- εναλλακτική
- διαφορετικός
- διαφορετικός
- διαφορετικός
- διακριτός
- διακριτικός
- διακριτός
- ποικίλος
- άτομο
- διάφορα
- μικτός
- άλλος
- ιδιαίτερο
- διάφορα
- σε αντίθεση με το
- εναλλασσόμενος
- δυσανάλογος
- μακρινό
- αποκλίνων
- δύτες
- περίεργος
- ανύπαντρος
- Διαφορετικός
- άνισος
- μη ταυτόσημο
Nearest Words of differentiable
- differentiae => διαφορές
- differential => διαφορικό
- differential analyzer => Αναλυτής διαφορών
- differential blood count => αιματολογική εξέταση
- differential calculus => Διαφορικός λογισμός
- differential coefficient => Διαφορικό πηλίκο
- differential cost => Διαφορικό κόστος
- differential diagnosis => Διαφορική διάγνωση
- differential equation => Διαφορική εξίσωση
- differential gear => Διαφορικό
Definitions and Meaning of differentiable in English
differentiable (a)
possessing a differential coefficient or derivative
differentiable (s)
capable of being perceived as different
FAQs About the word differentiable
Διαφορίσιμος
possessing a differential coefficient or derivative, capable of being perceived as different
διακρίσιμος,διάφορα,παραλλαγή,ποικίλω,διάφοροι,εναλλακτική,διαφορετικός,διαφορετικός,διαφορετικός,διακριτός
ίδιος,ταυτόσημος,αδιαφοροποίητα,σαν,παράλληλος,ίδιος,παρόμοιος,όμοιος,ανάλογος,συγκρίσιμος
differentia => διαφοροποίηση, different => διαφορετικός, differencing => διαφοροποίηση, differenced => διαφορετικός, difference threshold => όριο διαφοράς,