Greek Meaning of dieter
Διατροφολόγος
Other Greek words related to Διατροφολόγος
Nearest Words of dieter
- dietetic => διαιτητικός
- dietetical => διαιτητικός
- dietetically => διαιτητικά
- dietetics => Διαιτολογία
- dietetist => Διαιτολόγος
- diethyl ether => Διαιθυλαιθέρας
- diethylamine => Διαιθυλαμίνη
- diethylaminoethyl cellulose => διαιθυλαμινοαιθυλοκυτταρίνη
- diethylbarbituric acid => Διαιθυλοβαρβιτουρικό οξύ
- diethylmalonylurea => Διαιθυλομαλονυλουρία
Definitions and Meaning of dieter in English
dieter (n)
a person who diets
dieter (n.)
One who diets; one who prescribes, or who partakes of, food, according to hygienic rules.
FAQs About the word dieter
Διατροφολόγος
a person who dietsOne who diets; one who prescribes, or who partakes of, food, according to hygienic rules.
τρωκτικό,εργάτης αποθήκης
Κορμοράνος,λαίμαργος,γκουρμέ,γουρούνι,υπερφάγος,Χοίρος,γέμιση,συνδαιτυμόνας,Περιστέρι,γλεντζές
dieted => δίαιτα, dietary supplement => Συμπλήρωμα διατροφής, dietary => διαιτητικός, dietaries => Διατροφές, dietarian => Διαιτολόγος,