FAQs About the word nibbler

τρωκτικό

a biter who takes dainty repeated bitesOne who, or that which, nibbles.

εργάτης αποθήκης,Διατροφολόγος

Κορμοράνος,λαίμαργος,γκουρμέ,γουρούνι,υπερφάγος,Χοίρος,γέμιση,συνδαιτυμόνας,Περιστέρι,γλεντζές

nibbled => δαγκωμένο, nibble => μπουκιά, nibbing => Μασούλημα, nibbed => Με μυτερά κοψίματα, nib => Πένα,