Greek Meaning of desiderative
επιθυμητός
Other Greek words related to επιθυμητός
- λαχταρώ
- επιθυμία
- θέλω
- λαχταράω (κάτι)
- ποθώ
- απολαμβάνω
- σαν
- αγάπη
- προτιμώ
- λιχουδιά
- ποθώ (για)
- (πεθαίνω για)
- ποθώ (κάτι)
- πείνα για
- φαγούρα
- πάθος (για)
- λαχταρώ για
- ποθώ
- μετανιώνω (για)
- σάλια (για)
- βάζω την καρδιά μου σε
- στεναγμός (για)
- δίψα (για)
- εύχομαι
- λαχταρώ
- λαχτάρα (για)
- θαυμάζω
- λατρεύω
- εκτιμώ
- εκτιμώ
- σκάβω
- φανταχτερός
- χάρη
- βραβείο
- θησαυρός
- Αξία
- ευχαριστηθείτε (με)
- groove on
- απολαμβάνω (κάτι)
- Χαλώ (σε)
Nearest Words of desiderative
Definitions and Meaning of desiderative in English
desiderative (a.)
Denoting desire; as, desiderative verbs.
desiderative (n.)
An object of desire.
A verb formed from another verb by a change of termination, and expressing the desire of doing that which is indicated by the primitive verb.
FAQs About the word desiderative
επιθυμητός
Denoting desire; as, desiderative verbs., An object of desire., A verb formed from another verb by a change of termination, and expressing the desire of doing t
λαχταρώ,επιθυμία,θέλω,λαχταράω (κάτι),ποθώ,απολαμβάνω,σαν,αγάπη,προτιμώ,λιχουδιά
καταφρονώ,αρνούμαι,πτώση,καταριέμαι,απορρίπτω,περιφρονώ
desideration => επιθυμία, desiderating => επιθυμία, desiderated => επιθυμητός, desiderate => επιθυμώ, desiderata => Αποθηκά,