Greek Meaning of degage

απελευθερώνω

Other Greek words related to απελευθερώνω

Definitions and Meaning of degage in English

Wordnet

degage (s)

free and relaxed in manner

showing lack of emotional involvement

Webster

degage (a.)

Unconstrained; easy; free.

FAQs About the word degage

απελευθερώνω

free and relaxed in manner, showing lack of emotional involvementUnconstrained; easy; free.

ανεπίσημος,χαλαρός,αθλητικός,ανεπίσημος,ντυμένος απλά,κάθε μέρα,ατημέλητος,καθημερινός,φθαρμένος,απρόσεκτος

καλύτερο,επίσημος,επίσημος,σικ,κομψός,μοντέρνος,έξυπνος,κομψό,κυριακή,Διακόσμηση

defying => αψηφώντας, defy => αψηφώ, defusing => εξουδετέρωση, defuse => αποσυσπειρώνω, defunctness => Μη λειτουργικότητα,