Greek Meaning of deadwood
Νεκρό ξύλο
Other Greek words related to Νεκρό ξύλο
- συντρίμμια
- σκόνη
- σκουπίδια
- Άχυρο
- βρωμιά
- σκωρία
- αναθυμιάσεις
- έκκριση
- ξύλο
- εντόσθια
- λαχειοφόρος αγορά
- αρνούμαι
- άθλιοι
- ερείπια
- σκραπ
- λύματα
- Φορτηγό
- Απορρίματα
- συντρίμμια
- γαμώτο
- σκατά
- επιλέγω
- αποtrίμματα
- απορρίπτω
- χωματερή
- θαλάσσια απορρίμματα
- συντρίμμια
- τίποτα
- ψιλοπράγματα
- σκουπίδια
- απορρίπτω
- λείψανα
- σκουπίδια
- άχυρο
- πίνολα
- μετριότητες
- πλύσιμο
- απορρίψα
- ερείπια
- σωρός από μπάζα
- χύμα
Nearest Words of deadwood
Definitions and Meaning of deadwood in English
deadwood (n)
a branch or a part of a tree that is dead
someone or something that is unwanted and unneeded
deadwood (n.)
A mass of timbers built into the bow and stern of a vessel to give solidity.
Dead trees or branches; useless material.
FAQs About the word deadwood
Νεκρό ξύλο
a branch or a part of a tree that is dead, someone or something that is unwanted and unneededA mass of timbers built into the bow and stern of a vessel to give
συντρίμμια,σκόνη,σκουπίδια,Άχυρο,βρωμιά,σκωρία,αναθυμιάσεις,έκκριση,ξύλο,εντόσθια
aρπάζω,Πολύτιμος λίθος,Κόσμημα,μαργαριτάρι,δαμάσκηνο,βραβείο,θησαυρός,Θησαυρός,θησαυρός,Λεία
dead-stroke => εγκεφαλικό επεισόδιο, deads => νεκροί, dead-reckoning => Υπολογισμός θέσης, dead-pay => προκαταβολή, deadpan => ατάραχος,