Greek Meaning of deads

νεκροί

Other Greek words related to νεκροί

Definitions and Meaning of deads in English

Webster

deads (n. pl.)

The substances which inclose the ore on every side.

FAQs About the word deads

νεκροί

The substances which inclose the ore on every side.

κοιμισμένος,αποθανών,ετοιμοθάνατος,εξαφανισμένος,Πεσμένος,πήγε,αργά,Χαμηλός,Κομμένος η ανάσα,κρύος

ζωντανός,αναπνοή,πηγαίνω,ζωντανά,ζωντανό,γρήγορος,ενεργός,κινούμενη εικόνα,δυναμικός ,ζωηρός

dead-reckoning => Υπολογισμός θέσης, dead-pay => προκαταβολή, deadpan => ατάραχος, dead-on => ακριβώς, deadness => Θάνατος,