Greek Meaning of flotsam
θαλάσσια απορρίμματα
Other Greek words related to θαλάσσια απορρίμματα
Nearest Words of flotsam
Definitions and Meaning of flotsam in English
flotsam (n)
the floating wreckage of a ship
flotsam (n.)
Alt. of Flotson
FAQs About the word flotsam
θαλάσσια απορρίμματα
the floating wreckage of a shipAlt. of Flotson
συντρίμμια,λείψανα,ερείπια,ερείπια,συντρίμμια,στάχτες,αποtrίμματα,υπόλοιπο,υπόλειμμα,ναυάγιο
No antonyms found.
flotilla => στόλος, flotery => not provided, flote => φλάουτο, flotation process => διαδικασία επίπλευσης, flotation device => Πλωτικό μέσο,