Greek Meaning of dawn (on)
αυγή (σε)
Other Greek words related to αυγή (σε)
Nearest Words of dawn (on)
Definitions and Meaning of dawn (on) in English
dawn (on)
to begin to be understood or realized by (someone) for the first time
FAQs About the word dawn (on)
αυγή (σε)
to begin to be understood or realized by (someone) for the first time
έρχομαι (σε),να συμβαίνει (σε κάποιον),Απεργία,σταυρός,θυμάμαι,εμφανίζω,: φτάνω,αναδύομαι,μαθαίνω,Απομνημονεύω
ξεχάσω,αδιαφορία,αμέλεια,παραβλέπω,ξεμάθω
dawdles => καθυστερεί, davenports => καναπές, daunts => εκφοβίζει, daubs => κηλίδες, dates => χουρμάδες,