FAQs About the word crusher

θραυστήρας

a device that crushes something

Κρυφός άσσος,καπάκι,κλειδί,χαριστική βολή,χαριστική βολή,ορίζουσα,παράγοντας,κορυφή,ανασκευή,χαριστική βολή

No antonyms found.

crushed rock => Θρυμματισμένος βράχος, crushed leather => Ζουληγμένο δέρμα, crushed => θρυμματισμένος, crush out => συνθλίβω, crush => μεζούρα,