Greek Meaning of corresponded (to)
αντιστοιχούσε με
Other Greek words related to αντιστοιχούσε με
Nearest Words of corresponded (to)
- correspondences => αλληλογραφία
- correspondent (with or to) => Ανταποκριτής (με ή σε)
- correspondents => Ανταποκριτές
- corresponding (to) => αντίστοιχος (με)
- corridors => διάδρομοι
- corrival => Αντίπαλος
- corroborated => επιβεβαιωμένος
- corroborates => επιβεβαιώνει
- corroborating => επικυρωτικό
- corroborations => επιβεβαιώσεις
Definitions and Meaning of corresponded (to) in English
corresponded (to)
No definition found for this word.
FAQs About the word corresponded (to)
αντιστοιχούσε με
ταιριαστό,μείγμα (με),συμπληρωμένο,σύμφωνο με,συντονισμένο (με),ισοφαρίστηκε,ισοπέδωσε,Αρμονισμένο (με),Καθρεφτίζω,παράλληλος
No antonyms found.
corresponded => αντιστοιχούσε, correspond (to) => αντιστοιχεί (σε), correlating => συσχετίζοντας, corrects => διορθώνει, correctives => διορθωτικά μέτρα,