FAQs About the word cookstove

κουζίνα

a stove for cooking (especially a wood- or coal-burning kitchen stove)

φούρνος,Σόμπα,Κουζίνα,Φούρνος μικροκυμάτων,κοτόπουλο για ψητό,τηγάνι,τηγάνι,φούρνος μικροκυμάτων,εύρος,τοστιέρα

No antonyms found.

cookout => μπάρμπεκιου, cooking utensil => Μαγειρικά σκεύη, cooking stove => Κουζίνα, cooking pan => τηγάνι, cooking oil => Μαγειρικό λάδι,