FAQs About the word cookout

μπάρμπεκιου

an informal meal cooked and eaten outdoors

Μπάρμπεκιου,μπάρμπεκιου,Μπαρμπεκιου με όστρακα,τηγανίζω,ψήσιμο,έκρηξη,Μπουφές,καρναβάλι,δείπνο,φεστιβάλ

No antonyms found.

cooking utensil => Μαγειρικά σκεύη, cooking stove => Κουζίνα, cooking pan => τηγάνι, cooking oil => Μαγειρικό λάδι, cooking chocolate => Μαγειρική σοκολάτα,