Greek Meaning of cooker
Κουζίνα
Other Greek words related to Κουζίνα
Nearest Words of cooker
Definitions and Meaning of cooker in English
cooker (n)
a utensil for cooking
FAQs About the word cooker
Κουζίνα
a utensil for cooking
φούρνος,Σόμπα,κοτόπουλο για ψητό,κουζίνα,Φούρνος μικροκυμάτων,τοστιέρα,τοστιέρα,τηγάνι,τηγάνι,φούρνος μικροκυμάτων
No antonyms found.
cooked => μαγειρεμένο, cooke => Κουκ, cookbook => Μαγειρική, cook up => μαγειρεύω, cook strait => Στενό του Κουκ,