FAQs About the word fryer

τηγάνι

flesh of a medium-sized young chicken suitable for frying

κοτόπουλο για ψητό,Φούρνος μικροκυμάτων,φούρνος,τοστιέρα,Ροτισερι,Σόμπα,τοστιέρα,Κουζίνα,φούρνος μικροκυμάτων,Τουστιέρα

No antonyms found.

frye => τηγανίζω, fry cook => Τηγανιτάς, fry bread => Τηγανισμένο ψωμί, fry => τηγανίζω, fruticulose => φρουκτόζη,