Greek Meaning of contemporaries
σύγχρονοι
Other Greek words related to σύγχρονοι
Nearest Words of contemporaries
- contemporaneousness => συγχρονισμός
- contemporaneously => Ταυτόχρονα
- contemporaneous => σύγχρονος
- contemporaneity => συγχρονικότητα
- contemplativeness => Στοχαστικότητα
- contemplative => στοχαστικός
- contemplation => στοχασμός
- contemplate => αναλογίζομαι
- contemn => περιφρονώ
- conte alessandro volta => Κόμης Αλεσσάντρο Βόλτα
- contemporary => Σύγχρονο
- contemporary world => Σύγχρονος κόσμος
- contemporise => Εκσυγχρονίζω
- contemporize => εκσυγχρονίζω
- contempt => περιφρόνηση
- contempt of congress => Καταφρόνηση του Κογκρέσου
- contempt of court => Περιφρόνηση δικαστηρίου
- contemptibility => καταφρονητικότητα
- contemptible => Εξευτελιστικός
- contemptuous => περιφρονητικός
Definitions and Meaning of contemporaries in English
contemporaries (n)
all the people living at the same time or of approximately the same age
FAQs About the word contemporaries
σύγχρονοι
all the people living at the same time or of approximately the same age
συγχρονοι,φίλοι,ομόλογοι,είναι ίσο με,Συνοδευτικά,ισοδύναμα,συνομήλικοι,αντίπαλοι,σύντροφοι,Συντεταγμένες
No antonyms found.
contemporaneousness => συγχρονισμός, contemporaneously => Ταυτόχρονα, contemporaneous => σύγχρονος, contemporaneity => συγχρονικότητα, contemplativeness => Στοχαστικότητα,