Greek Meaning of compressibility
Συμπιεστότητα
Other Greek words related to Συμπιεστότητα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of compressibility
- compressed yeast => μαγιά
- compressed gas => Συμπιεσμένο αέριο
- compressed air => Πεπιεσμένος αέρας
- compressed => συμπιεσμένος
- compress => συμπιέζω
- comprehensiveness => πληρότητα
- comprehensively => Περιεκτικός
- comprehensive school => Ενιαίο σχολείο
- comprehensive examination => Αναλυτική εξέταση
- comprehensive => ολοκληρωμένο
- compressible => Συμπιέσιμο
- compressing => συμπιέζοντας
- compression => συμπίεση
- compression bandage => Επίδεση συμπίεσης
- compression fracture => Σπασμός θλίψης
- compression projectile => Πυροβόλο συμπίεσης
- compressor => συμπιεστής
- comprise => συμπεριλαμβάνουν
- compromise => συμβιβασμός
- compromise verdict => συμβιβαστική ετυμηγορία
Definitions and Meaning of compressibility in English
compressibility (n)
the property of being able to occupy less space
FAQs About the word compressibility
Συμπιεστότητα
the property of being able to occupy less space
No synonyms found.
No antonyms found.
compressed yeast => μαγιά, compressed gas => Συμπιεσμένο αέριο, compressed air => Πεπιεσμένος αέρας, compressed => συμπιεσμένος, compress => συμπιέζω,