Greek Meaning of chatting
συνομιλώντας
Other Greek words related to συνομιλώντας
- κουβέντα
- συνομιλία
- κουβέντα
- ομιλώντας
- κουβέντα
- κουβέντα
- φυσάω καπνό
- χαχανίζοντας
- παζάρι
- Φλυαρία
- Κάμψεις
- συζήτηση
- κουβέντα
- αεριοποίηση
- κουτσομπολιό
- κουτσομπολιό
- μάσημα
- kibitzing
- kibitzing
- κουβέντα
- κουβέντα
- θόρυβος
- κουβέντιαρης
- φλύαρος
- ραπ
- τρίζοντας
- εκτελείται σε
- κουβέντα
- φλυαρία
- κουβεντιάζω
- κελαηδώντας
- επισκέπτης
- κουβεντούλα
- ντεσκάτ
- εκθέτοντας
- μιλώντας με γρήγορο ρυθμό
- κουτσομπολιό
- κουβέντα
- κουτσομπολιό
- κουβέντα
- Κοκορομυξία
Nearest Words of chatting
Definitions and Meaning of chatting in English
chatting (p. pr. & vb. n.)
of Chat
FAQs About the word chatting
συνομιλώντας
of Chat
κουβέντα,συνομιλία,κουβέντα,ομιλώντας,κουβέντα,κουβέντα,φυσάω καπνό,χαχανίζοντας,παζάρι,Φλυαρία
αρθρώνω,προφέροντας,εκφορά
chattiness => κουβέντα, chattily => κουβέντες, chattering => κουβέντα, chatterer => κουτσομπόλης, chattered => κουβέντιαζε,