FAQs About the word Casanovas

Καζανόβας

a man known for seducing women and having many lovers

εραστές,γυναικάδες,Δον Ζουάν,άσελγοι,λοθάριοι,Πουρές πατάτας,ζεν πρεμιέ ,Ρωμαίοι,σάτυροι,λύκοι

No antonyms found.

carves => σκαλίζει, carved (out) => σκαλιστό (από), carve (out) => σκαλίζω (έξω), carts => καροτσάκια, cartridges => κασέτες,