Greek Meaning of buy into

αγοράζω μέσα

Other Greek words related to αγοράζω μέσα

Definitions and Meaning of buy into in English

Wordnet

buy into (v)

buy stocks or shares of a company

FAQs About the word buy into

αγοράζω μέσα

buy stocks or shares of a company

αγορά (agora),Αποκτώ,πάρει,αποκτώ,παραλαμβάνω,παίρνω,κερδίζω,παζάρεψε (με),προσφορά,αστυνομικός

Ασχολείται (με),εμπορεύματα,πουλάω,αγορά,Εμπορεύματα,Λιανικό εμπόριο,πουλώ

buy in => αγοράζω, buy food => Αγορά φαγητού, buy back => Επαναγορά, buy at => αγορά στην, buy => αγοράζω,