Greek Meaning of buckle under

υποκύπτω

Other Greek words related to υποκύπτω

Definitions and Meaning of buckle under in English

Wordnet

buckle under (v)

consent reluctantly

FAQs About the word buckle under

υποκύπτω

consent reluctantly

αποδέχομαι,παραδεχτώ (σε),υποχωρώ,ικανοποιώ,σπηλιά (εντός),δίνω (σε),τόξο,υποχωρώ,ικανοποιώ,κακομαθαίνω

μάχη,Αντιμετωπίζω,μετρητής,Πρόσωπο,μάχη,αναστείλω,συναντώ,αντικείμενο,αντιτίθεμαι,αντιστέκομαι

buckle down => δούλεψε σκληρά, buckle => κούμπωμα, buckish => φανταχτερός, buckingham palace => Παλάτι του Μπάκιγχαμ, bucking bronco => Ροντέο,