FAQs About the word bepainting

ζωγραφίζοντας

tinge

βαφή,Ζωγραφική,Χρώση,φωτεινό,Χρωματισμός,σκοτείνιασμα,Χρωστικός,απόχρωση,χρώση,χρώση

λεύκανση,Λεύκανση,ζεμάτισμα,αποχρωματισμός

bents => λυγισμένο, bent out of shape => θυμωμένος ή αναστατωμένος, bent (on or upon) => αποφασισμένος (για ή σε), benisons => ευλογίες, benightedness => σκοτάδι,