FAQs About the word benightedness

σκοτάδι

overtaken by darkness or night, existing in a state of intellectual, moral, or social darkness, ignorant sense 1, 2

Άγνοια,άγνοια,αθωότητα,αφέλεια,Άγνοια,λήθη,Άγνοια,έλλειψη εξοικείωσης,αφέλεια,πρασινάδα

Γνώριμος,συνείδηση,επίγνωση,εμπειρία,οικειότητα,εκλέπτυνση,Γνωστική ικανότητα

benevolences => καλοσύνη, benefitted => επωφελήθηκε, benefits => παροχές, benefiting => επωφελής, beneficences => ευεργεσίες,