Greek Meaning of bastards
bastards
Other Greek words related to bastards
- ερπετά
- σκάντζοχοιρος
- Θηρία
- οι κτήνη
- Μπάσταρδοι
- κλόουν
- σκύλοι
- σπασμοί
- τζόκερ
- αρουραίοι
- σκούνκς
- χοίρος
- Ζιζάνια
- βάρβαροι
- οι αιμορραγούντες
- αγροίκων
- χούλιγκαν
- καργιολάκια
- γερακίνες
- αλήτες
- φυσάει
- αγροίκοι
- Crud
- σκύλοι
- βρωμιά
- finks
- τακούνια
- σκύλοι
- ψείρες
- νταήδες
- σπασίκλες
- ενοχλήσεις
- χάπια
- Ερπετά
- σαπίζω
- άγριοι
- καθάρματα
- Απατεώνες
- Χαφιές
- λάσπηδες
- φίδια
- δεν ξέρω
- χλοοτάπητες
- γιοι όπλων
- βρώμικοι
- βρωμιάρηδες
- φρύνοι
- ενοχλητικά ζωάκια
- κακοί
- ταλαίπωροι
- ξηροί καρποί
- Γαλοπούλα
- χαζοί
- Σπηλαιάνθρωποι
- ψίχουλα
- διαχυτές
- σπασίκλες
- μπράβοι
- Γαϊδουρια
- θορυβώδεις
- κακούργοι
- κακοποιοί
- Νεάντερταλ
- παράσιτα
- παλιόπαιδα
- απατεώνες
- πετρελαιάδες
- κρούστες
- φουνταδόροι
- κουβέντες
- απατεώνας
- γουρούνια
- σνομπ
- μύξα
- του
- ημιμαθείς
Nearest Words of bastards
Definitions and Meaning of bastards in English
bastards
an offensive or disagreeable person, born to parents who are not married to each other, of mixed or ill-conceived origin, a child born to parents who are not married to each other, of a kind similar to but inferior to or less typical than some standard, of abnormal shape or irregular size, an illegitimate child, lacking genuineness or authority, something that is spurious (see spurious sense 3a), irregular, inferior, or of questionable origin, man, fellow
FAQs About the word bastards
Definition not available
an offensive or disagreeable person, born to parents who are not married to each other, of mixed or ill-conceived origin, a child born to parents who are not ma
ερπετά,σκάντζοχοιρος,Θηρία,οι κτήνη,Μπάσταρδοι,κλόουν,σκύλοι,σπασμοί,τζόκερ,αρουραίοι
κύριοι,ήρωες,κυρίες,άγγελοι,ηρωίδες,είδωλα,Πρότυπα,Άγιοι
bastardizes => εκφυλίζει, bassinets => κούνιες, basketsful => καλάθια γεμάτα, basket case => Απελπιστική κατάσταση, basins => λεκάνες,