Greek Meaning of roughnecks
πετρελαιάδες
Other Greek words related to πετρελαιάδες
- ληστές
- Εγκληματίες
- γκάνγκστερ
- πειρατές
- μπράβοι
- σκληρούς
- κακοί
- νταήδες
- πανκς
- ταραξίες
- Μέλη συμμοριών
- γκάνγκστερ
- μπράβοι
- Γορίλες
- χούλιγκαν
- κουκούλες
- χούλιγκαν
- γκάνγκστερ
- παραβάτες
- τραμπούκοι
- απατεώνας
- σκληροτράχηλοι
- Yobboes
- χουλιγκάνοι
- χούλιγκανς
- μπράβοι
- desperados
- ληστές
- μπράβο
- ληστές
- απατεώνες
- Ληστές
- Ντεσπεράντος
- εγκληματίες
- ένοπλοι
- νεαροί παραβάτες
- παραβάτες
- μαφιόζοι
- κακοποιοί
- Κούπες
- παράνομοι
- δράστες
- εγκληματίες
- πορτοφολάδες
- Εκβιαστές
- ληστές
- απατεώνες
- δάκρυα
- βάνδαλοι
Nearest Words of roughnecks
Definitions and Meaning of roughnecks in English
roughnecks
a worker of an oil-well-drilling crew other than the driller, a rough or uncouth person, having the characteristics of or suitable for a roughneck, rowdy, tough, a rough person, a worker on a crew drilling oil wells
FAQs About the word roughnecks
πετρελαιάδες
a worker of an oil-well-drilling crew other than the driller, a rough or uncouth person, having the characteristics of or suitable for a roughneck, rowdy, tough
ληστές,Εγκληματίες,γκάνγκστερ,πειρατές,μπράβοι,σκληρούς,κακοί,νταήδες,πανκς,ταραξίες
No antonyms found.
roughing it => περνάω δύσκολα, roughing (up) => ακατέργαστος (πάνω), roughing => τραχύτητα, roughhousing => άγριο παιχνίδι, roughhoused => Ξεσαλώνω,