FAQs About the word apiece

το τεμάχιο

to or from every one of two or more (considered individually)Each by itself; by the single one; to each; as the share of each; as, these melons cost a shilling

κάθε,ανά,ξαφνικά,ένα σουτ,βολή,όλοι,ατομικά,κατά κεφαλήν,αντίστοιχα,χωριστά

συνολικά,συλλογικά,μαζί,συνολικά

apidae => μέλισσες, apiculturist => μελισσοκόμος, apiculture => μελισσοκομία, apicultural => μελισσοκομικός, apiculated => οξείας κορυφής,