Greek Meaning of amerciable

αξιομνημόνευτος

Other Greek words related to αξιομνημόνευτος

Definitions and Meaning of amerciable in English

Wordnet

amerciable (s)

of a crime or misdemeanor; punishable by a fine set by a judge

FAQs About the word amerciable

αξιομνημόνευτος

of a crime or misdemeanor; punishable by a fine set by a judge

χρεώσιμος,εγκληματίας,άξιος τιμωρίας,ένοχος,παράνομος,παράνομος,υπόλογο,εγκληματική,ανεύθυνος,τιμωρητέος

άμεμπτος,άψογος,άψογος,Άμεμπτος,τέλειο,καθαρός,αθώος,άψογος,αθώος

amercer => επιβάλλει πρόστιμο, amercement => πρόστιμο, amerced => πρόστιμο, amerceable => τιμωρήσιμος, amenuse => αδύνατος,