Greek Meaning of winze
Βίντσι
Other Greek words related to Βίντσι
Nearest Words of winze
- winy => οινώδης
- wintun => wintun
- wintry => χιονώδης
- wintery => χειμωνιάτικος
- winterweed => Χειμωνιάτικο χόρτο
- wintertime => Χειμερινή ώρα
- wintertide => Χειμώνας
- winter's bark tree => χειμωνιάτικος φλοιός δέντρου
- winter's bark family => οικογένεια του φλοιού του χειμώνα
- winter's bark => Χειμωνιάτικο φλοιό
Definitions and Meaning of winze in English
winze (n.)
A small shaft sunk from one level to another, as for the purpose of ventilation.
FAQs About the word winze
Βίντσι
A small shaft sunk from one level to another, as for the purpose of ventilation.
Κατάρα,κατάρα,απαγόρευση,μομφή,καταδίκη,κατάρα,καταγγελία,κατάρα,κατάρα,κατάρα
ευλογία,ευλογία,ευλογία,εγκριση,αναφορά,επαίνους,Επικύρωση
winy => οινώδης, wintun => wintun, wintry => χιονώδης, wintery => χειμωνιάτικος, winterweed => Χειμωνιάτικο χόρτο,