FAQs About the word malison

κατάρα

Malediction; curse; execration.

Κατάρα,ανάθεμα,απαγόρευση,μομφή,καταδίκη,κατάρα,καταγγελία,κατάρα,κατάρα,ξόρκι

ευλογία,ευλογία,ευλογία,αναφορά,Επικύρωση,εγκριση,επαίνους

malinowski => Μαλινόφσκι, malinois => malinois, malingery => προσποιούμαι, malingering => προσομοίωση, malingerer => προσομοιωτής,