FAQs About the word wildwoods

άγρια δάση

woodland untouched by human activity, a wood unaltered or unfrequented by humans

φρένα,Πτώματα,Γκρίνγουντς,άλση,βάσεις,χαμόκλαδα,δάση,δενδρετώνες,βούρτσες,άγρια βλάστηση

No antonyms found.

wilds => άγρια φύση, wildernesses => ερημιές, wild and woolly => Άγριος και πυκνός, wigwams => Γουίγβαμ, wiglet => Περούκα,