Greek Meaning of whiffed
χτυπήσει άστοχα
Other Greek words related to χτυπήσει άστοχα
Nearest Words of whiffed
Definitions and Meaning of whiffed in English
whiffed (imp. & p. p.)
of Whiff
FAQs About the word whiffed
χτυπήσει άστοχα
of Whiff
εισπνεόμενο,μυρωδιά,μύρισε,τηκόμενος,σβήνει,ανέπνεε,ήπιε (σε),ρινικό,εισπνεόμενος,αρωματισμένος
No antonyms found.
whiff => ανάσα, whider => που, whidah bird => Σκίουρος της παραδείσου, whidah => Χήρα, whichsoever => όποιος,