Greek Meaning of victualled
Εφοδιασμένο.
Other Greek words related to Εφοδιασμένο.
Nearest Words of victualled
Definitions and Meaning of victualled in English
victualled ()
of Victual
FAQs About the word victualled
Εφοδιασμένο.
of Victual
επιβιβάστηκε,εξυπηρετήθηκε,εκμεταλλευμένος,διατηρημένος,γεμάτος,προμηθευμένος,εξυπηρετείται,περίμενε,δεξιώθηκαν,ενισχυμένος
νηστεύοντας,δίαιτα
victualing => Εφοδιασμός, victualer => προμηθευτής, victualed => εφοδιασμένος, victualage => Προμήθειες, victual => τρόφιμα,