Greek Meaning of tear into
Σκίζω
Other Greek words related to Σκίζω
Nearest Words of tear into
Definitions and Meaning of tear into in English
tear into (v)
hit violently, as in an attack
FAQs About the word tear into
Σκίζω
hit violently, as in an attack
προσέγγιση,βουτάω (μέσα),έχει,φως μέσα,ορμάω,Πλέω προς,αντιμετωπίζω,Αναλαμβάνω,Σκαλίζω (σε ή μέσα),διεύθυνση
αποφεύγω,αποφεύγω,αποφεύγω,σκαλίζω,αδρανής,καθυστέρηση,ακαταστασία,μαϊμού (γύρω),παίξε,τσιμπάω
tear gland => Δακρυγόνος αδένας, tear gas => Δακρυγόνο, tear duct => Δακρυϊκός πόρος, tear down => κατεδαφίζω, tear away => σκίζω,