Greek Meaning of tailoring
Ραπτική
Other Greek words related to Ραπτική
- Πολίτες
- υψηλή ραπτική
- σύνολο
- Εξωτερικά ενδύματα
- Prêt-à-porter
- έτοιμο για φόρεμα
- Prêt-à-porter
- αθλητικά ρούχα
- Άθλημα
- πολίτες
- κοστούμι
- Φόρεμα
- ενδυμασία
- σηκώνομαι
- πρόσοψη
- μερεδοπωλείο
- Λιβρέα
- ρούχα χαλάρωσης
- ανδρικά ρούχα
- μουφτής
- νυχτικά
- στολή
- παιχνίδια
- πιτζάμες
- Πίνακας
- ανδρεία
- επιτραχήλιο
- στολίδι
- φασαρία
- χαρά
- φανταχτερότητα
- χαρά
- Γιορτινά ρούχα
- οι πιο όμορφες
- Ενδύματα
- κουρέλια
- φανταχτερός
- Διακόσμηση
- μετριότητες
- Ντουλάπα
Nearest Words of tailoring
Definitions and Meaning of tailoring in English
tailoring (n)
the occupation of a tailor
tailoring (p. pr. & vb. n.)
of Tailor
tailoring (adv.)
The business or the work of a tailor or a tailoress.
FAQs About the word tailoring
Ραπτική
the occupation of a tailorof Tailor, The business or the work of a tailor or a tailoress.
Πολίτες,υψηλή ραπτική,σύνολο,Εξωτερικά ενδύματα,Prêt-à-porter,έτοιμο για φόρεμα,Prêt-à-porter,αθλητικά ρούχα,Άθλημα,πολίτες
κακή προσαρμογή
tailoress => μοδίστρα, tailored => Εξατομικευμένο, tailorbird => Ράφτης, tailor => Ράφτης, taillike => μορφή ουράς,