Greek Meaning of sportswear

αθλητικά ρούχα

Other Greek words related to αθλητικά ρούχα

Definitions and Meaning of sportswear in English

Wordnet

sportswear (n)

attire worn for sport or for casual wear

FAQs About the word sportswear

αθλητικά ρούχα

attire worn for sport or for casual wear

Άθλημα,υψηλή ραπτική,ρούχα χαλάρωσης,ανδρικά ρούχα,Εξωτερικά ενδύματα,παιχνίδια,Prêt-à-porter,πιτζάμες,Ραπτική,Πολίτες

No antonyms found.

sportsmanship => Αθλητικό πνεύμα, sportsmanlike => αθλητικός, sportsman => αθλητής, sportscaster => Αθλητικός σχολιαστής, sportscast => Αθλητική μετάδοση,