Greek Meaning of sportswoman
Αθλήτρια
Other Greek words related to Αθλήτρια
Nearest Words of sportswoman
- sportswear => αθλητικά ρούχα
- sportsmanship => Αθλητικό πνεύμα
- sportsmanlike => αθλητικός
- sportsman => αθλητής
- sportscaster => Αθλητικός σχολιαστής
- sportscast => Αθλητική μετάδοση
- sports writer => Αθλητικός ρεπόρτερ
- sports stadium => Αθλητικό στάδιο
- sports section => Αθλητική ενότητα
- sports page => Αθλητική σελίδα
Definitions and Meaning of sportswoman in English
sportswoman (n)
someone who engages in sports
FAQs About the word sportswoman
Αθλήτρια
someone who engages in sports
κυνηγός,Κυνηγός,αθλητής,Τοξότης,κυνηγός,Παρατηρητής πουλιών,γερακάρης,γεράκι,Πυροβολητής,πλανόδιος πωλητής
μη κυνηγός
sportswear => αθλητικά ρούχα, sportsmanship => Αθλητικό πνεύμα, sportsmanlike => αθλητικός, sportsman => αθλητής, sportscaster => Αθλητικός σχολιαστής,