Greek Meaning of sweet tooth

Γλυκατζής

Other Greek words related to Γλυκατζής

Definitions and Meaning of sweet tooth in English

Wordnet

sweet tooth (n)

a strong appetite for sweet food

FAQs About the word sweet tooth

Γλυκατζής

a strong appetite for sweet food

Λαχτάρα,λιμός,γρήγορος,Aπεργία πείνας,Υποσιτισμός,λιμός,Λαγνεία για φαγητό,Απληστία,αρπακτικότητα,Υποσιτισμός

συμπληρώνω,πληρότης,περίσσευμα,ανορεξία,κορεσμός,κορεσμός,ικανοποίηση,περίσσεια ,πληρότητα,κορεσμός

sweet talker => Κολακεία, sweet talk => Γλυκά λόγια, sweet sultan => Αμπαροκόκκινο, sweet sorghum => Γλυκός σόργος, sweet shrub => Γλυκό θάμνος,