FAQs About the word sweatshop

εκμεταλλευτικό εργαστήριο

factory where workers do piecework for poor pay and are prevented from forming unions; common in the clothing industry

εργοστάσιο,μύλος,Φυτό,έργα,Εργαστήριο,εργοστάσιο,κατάστημα,στούντιο,Χώρος εργασίας,Εργαστήριο

No antonyms found.

sweatshirt => φούτερ, sweats => ιδρώτας, sweatpants => Φόρμα, sweating sickness => Ιδρωτική ασθένεια, sweating => εφίδρωση,