FAQs About the word swarthy

μελαχρινός

naturally having skin of a dark color

μελαχρινή,σκοτεινός, -ή, -ό,μελανός,μελαχρινός

φως,χλωμός,χλωμός,Χλωμός,χλωμός,σταχτί,μπουγάτσα,κορύφωσε,χλωμός,χλωμός

swarthiness => μαυρίλα, swart => μελανός, swarm => σμήνος, sward => γρασίδι, swap space => χώρος εναλλαγής,