Greek Meaning of swart
μελανός
Other Greek words related to μελανός
Nearest Words of swart
Definitions and Meaning of swart in English
swart (s)
naturally having skin of a dark color
FAQs About the word swart
μελανός
naturally having skin of a dark color
μελαχρινή,σκοτεινός, -ή, -ό,μελαχρινός,μελαχρινός
χλωμός,φως,χλωμός,Χλωμός,σταχτί,χλωμός,μπουγάτσα,χλωμός,χλωμός,κορύφωσε
swarm => σμήνος, sward => γρασίδι, swap space => χώρος εναλλαγής, swap file => αρχείο ανταλλαγής, swap => εναλλαγή,