Greek Meaning of superimposed

στοίβα

Other Greek words related to στοίβα

Definitions and Meaning of superimposed in English

Wordnet

superimposed (s)

placed on or over something else

with one layer on top of another

FAQs About the word superimposed

στοίβα

placed on or over something else, with one layer on top of another

επικάλυψη,τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο,υποκείμενος,παντού,συνεισπίπτων,συμπτωματικός,ταυτόχρονος,συνορεύων,σύγχρονος,τομής

μη ταυτόχρονος,μη συνεπής

superimpose => Επικάλυψη, superhuman => υπεράνθρωπος, superhighway => Αυτοκινητόδρομος, superhigh frequency => Υψηλή συχνότητα, superheterodyne receiver => Υπετερόδυνος δέκτης,