Greek Meaning of stardom
σταριλίκι
Other Greek words related to σταριλίκι
- Διασημότητα
- φήμη
- δημοτικότητα
- ατιμία
- Φήμη
- κύρος
- Φήμη
- φήμη
- φήμη
- κατάσταση
- Μεγασταρ
- Υπεραστερισμός
- εκδήλωση θαυμασμού
- τιμή
- αναγνώριση
- αναγνώριση
- λατρεία
- σφραγίδα
- Χαρακτήρας
- Ο eminence
- δόξα
- μεγαλείο
- φόρος τιμής
- τιμή
- εικονολατρεία
- περίλαμπρος
- επαίνους
- δάφνη
- Σήμα
- όνομα
- τόπος
- θέση
- Έπαινος
- υπεροχή
- εξέχουσα θέση
- βαθμός
- αναγνώριση
- Αναφορά
- Αναγνωρισιμότητα
- όρθιος
- ανάστημα
- ορατότητα
Nearest Words of stardom
Definitions and Meaning of stardom in English
stardom (n)
the status of being acknowledged as a star
FAQs About the word stardom
σταριλίκι
the status of being acknowledged as a star
Διασημότητα,φήμη,δημοτικότητα,ατιμία,Φήμη,κύρος,Φήμη,φήμη,φήμη,κατάσταση
ατίμωση,ντροπή,κακή φήμη,Ατιμία,αορατότητα,όνειδος,ντροπή,Ανωνυμία,διακριτικότητα,λήθη
starchy => αμυλούχος, starchlike => αμυλώδης, starchless => άμυλο, starches => άμυλα, starch wheat => άμυλο σίτου,