Greek Meaning of invisibility
αορατότητα
Other Greek words related to αορατότητα
- Διασημότητα
- Χαρακτήρας
- φήμη
- χάρη
- δόξα
- σημασία
- Σήμα
- όνομα
- σημείωση
- Φήμη
- δημοτικότητα
- εξέχουσα θέση
- Φήμη
- Αναφορά
- φήμη
- φήμη
- σημασία
- αναγνώριση
- αναγνώριση
- διάκριση
- Ο eminence
- μεγαλείο
- τιμή
- θέση
- Έπαινος
- υπεροχή
- κύρος
- βαθμός
- αναγνώριση
- εκπρόσωπος
- όρθιος
- ανάστημα
- εκδήλωση θαυμασμού
- λατρεία
- σφραγίδα
- εικονολατρεία
- περίλαμπρος
- επαίνους
- Μεγασταρ
- Υπεραστερισμός
Nearest Words of invisibility
Definitions and Meaning of invisibility in English
invisibility (n)
the quality of not being perceivable by the eye
invisibility (n.)
The state or quality of being invisible; also, that which is invisible.
FAQs About the word invisibility
αορατότητα
the quality of not being perceivable by the eyeThe state or quality of being invisible; also, that which is invisible.
διακριτικότητα,ασήμαντοτητα,Αόρατοτητα,λήθη,Ανωνυμία,Ανωνυμία,Ασαφής,σιωπή,δυσφήμιση,απώλεια ταυτότητας
Διασημότητα,Χαρακτήρας,φήμη,χάρη,δόξα,σημασία,Σήμα,όνομα,σημείωση,Φήμη
invisibilities => αόρατα, inviscerating => εξαίρεση σπλάχνων, inviscerated => Εξεγκομισμένος, inviscerate => εκσπλαχνίζω, inviscating => περιπλεκόμενος,