FAQs About the word standing in

όρθιος

substitute entry 1, to be in a specially favored position with, to act as a stand-in, substitute, someone employed to occupy an actor's place while lights and c

Γέμιση,εισέρχομαι,υποκαθιστώντας,ανάληψη,κάλυψη,Διπλασιασμός (ως),ορθογραφία,αντικατάσταση,παίκτης αντικατάστασης,ανακούφιση

No antonyms found.

standing for => που στέκεται για, standing by => έτοιμος, standing (up) => όρθιος (πάνω), standards => πρότυπα, standardizing => τυποποίηση,