Greek Meaning of stand by

ετοιμότητα

Other Greek words related to ετοιμότητα

Definitions and Meaning of stand by in English

Wordnet

stand by (v)

not act or do anything

be available or ready for a certain function or service

be loyal to

FAQs About the word stand by

ετοιμότητα

not act or do anything, be available or ready for a certain function or service, be loyal to

συμμορφώνεται με,Αμύνω,επαληθεύω,τηρώ (κάτι),προσκολλάω σε,Κρατώ,κρατάω (από),επιμένω (σε ή με),αποδέχομαι,υιοθετώ

εγκαταλείπω,Έρημος,εγκαταλείπω,εγκαταλείπω,ανάκληση,επανεξετάζω,παραιτούμαι,απαρνηθώ,ανακαλώ,ανακαλώ

stand back => κάνε πίσω, stand => στάση, stanchly => σταθερά, stanchion => Στύλος, stanch => Αδιάβροχο,