Greek Meaning of squawks
κόκορας
Other Greek words related to κόκορας
- παράπονα
- φασαρία
- παράπονα
- στεναγμοί
- γκρίνια
- μοσχάρι
- βελάζει
- Καρπές
- παράπονα
- όρνιθες
- γκρινιάζει
- φωνάζω
- θρηνεί
- ψίθυροι
- αντιρρήσεις
- παράπονα
- διαμαρτυρίες
- κλάματα
- γκρινιάζει
- γκρινιάζει
- φλύαρους
- προκλήσεις
- αντιτίθεται
- απολογητισμοί
- γκρινιάρηδες
- κλωτσιές
- γκρινιάζει
- μιζερέρε
- μικροπροβλήματα
- σفسταγμοί
- διαμαρτυρίες
- βρομάει
Nearest Words of squawks
Definitions and Meaning of squawks in English
squawks
to complain or protest loudly or vehemently, to utter a harsh abrupt scream, a harsh short scream, a noisy complaint, a harsh abrupt scream, to complain or protest loudly or forcefully, to utter a harsh short scream
FAQs About the word squawks
κόκορας
to complain or protest loudly or vehemently, to utter a harsh abrupt scream, a harsh short scream, a noisy complaint, a harsh abrupt scream, to complain or prot
παράπονα,φασαρία,παράπονα,στεναγμοί,γκρίνια,μοσχάρι,βελάζει,Καρπές,παράπονα,όρνιθες
επαίνους,συμπληρώματα,επαίνους,έπαινοι,εκδήλωση θαυμασμού,εγκρίσεις,κυρώσεις,Απλόχειρο κρούσμα,εγκρίσεις,εγκρίσεις
squawking => κραυγάζοντας, squawked => τσίριξε / φώναξε δυνατά, squatted => Καθίζω, squashing => σύνθλιψη, squashes => κολοκύθες,