FAQs About the word spelunker

σπηλαιολόγος

a person who explores caves

No synonyms found.

No antonyms found.

spelunk => Σπηλαιολογία, spelter => ψευδάργυρος, spelt => spelled, spelling contest => διαγωνισμός ορθογραφίας, spelling checker => ορθογραφικός έλεγχος,