Greek Meaning of snatcher
Άρπαγας
Other Greek words related to Άρπαγας
- aρπάζω
- αρπάζω
- κατάσχεση
- τσάντα
- σύλληψη
- μάντρα
- πάρει
- Παλεύω
- γάντζος
- γη
- συλλαμβάνω
- δίχτυ
- κόμπος
- παγίδα
- παγίδα
- αρπάζω
- αρπάζω
- απαγωγή
- συλλαμβάνω
- σύλληψη
- κόλπος
- κούμπωμα
- συμπλέκτης
- γιακάς
- αστυνομικός
- γωνία
- καθυστερώ
- εμπλέκω
- παγίδα
- μπλέκω
- παγίδα
- Γροθιά
- μάζα
- γάντι
- Κατανοώ
- λαβή
- Χιαστί
- κρατώ
- Λάσο
- πλέγμα
- Καρφί
- κόμπος
- Ραπ
- σκίζω
- σκοινί
- ασφαλής
- παλεύω
- στερεώνω (σε)
- κουμπώνω (σε ή πάνω)
Nearest Words of snatcher
Definitions and Meaning of snatcher in English
snatcher (n)
a thief who grabs and runs
someone who unlawfully seizes and detains a victim (usually for ransom)
FAQs About the word snatcher
Άρπαγας
a thief who grabs and runs, someone who unlawfully seizes and detains a victim (usually for ransom)
aρπάζω,αρπάζω,κατάσχεση,τσάντα,σύλληψη,μάντρα,πάρει,Παλεύω,γάντζος,γη
νοσταλγώ,Απελευθέρωση,εκφόρτιση,σταγόνα,δωρεάν,απελευθερώνω,χαλαρώνω,αφήνω
snatch up => αρπάζω, snatch block => Μπλοκ αρπαγής, snatch => αρπάζω, snarly => Σναρλ, snarl-up => μποτιλιάρισμα,